Τέσσερα ερωτήματα για τον τουρισμό / Τριποταμιανός Γ.
Πλέον οι περισσότεροι αντιμετωπίζουν τον τουρισμό ως την «ατμομηχανή της οικονομίας». Κάποιοι, μάλιστα, προχωρούν ένα βήμα παραπέρα και τον παραλληλίζουν με την οικοδομή στην οποία στηρίχθηκε η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας για τουλάχιστον πέντε δεκαετίες.
Τα τελευταία χρόνια, η κοινή γνώμη επικεντρώνεται στο πόσα εκατομμύρια τουριστών έρχονται στην Ελλάδα και ευτυχώς ο αριθμός τους χρόνο με τον χρόνο αυξάνεται. Πίσω από την ικανοποίηση, όμως, που προσφέρει η εικόνα των εκατομμυρίων ξένων που επισκέπτονται τη χώρα, υπάρχουν ορισμένα κρίσιμα προβλήματα στα οποία, αν δεν βρεθεί σύντομα λύση, τότε και αυτή η οικονομική δραστηριότητα θα αποδειχθεί τόσο ευάλωτη όσο και η οικοδομή.
Το πρώτο ερώτημα αφορά την κατά κεφαλή τουριστική δαπάνη. Και αυτή χρόνο με τον χρόνο μειώνεται. Πολλοί αναλυτές συνδέουν τη μείωση αυτή με την κρίση. Από την άλλη πλευρά, όμως, ο κίνδυνος η ελληνική τουριστική αγορά να μετατραπεί σε αγορά χαμηλού κόστους είναι πλέον υπαρκτός.
Το δεύτερο ερώτημα αφορά την εξάρτηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος από τις πολυεθνικές του τουρισμού. Το να εξαρτάται ένας τόσο σημαντικός κλάδος της οικονομίας από μια χούφτα πολυεθνικούς πράκτορες μπορεί να αποδειχθεί καταστροφικό στην περίπτωση που αυτοί κρίνουν ότι τα κέρδη τους από τη συγκεκριμένη αγορά δεν είναι αυτά που έχουν σχεδιάσει.
Το τρίτο ερώτημα είναι σε άμεση συνάρτηση με το προηγούμενο και αφορά την προοπτική αφελληνισμού της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας. Είναι γνωστό, πλέον, σε όλους ότι εκατοντάδες επιχειρήσεις του κλάδου είναι υπερχρεωμένες και ως εκ τούτου ευάλωτες στις τράπεζες.
Το πιο κρίσιμο ερώτημα, όμως, αφορά τη σύνδεση του τουριστικού προϊόντος με την υπόλοιπη οικονομία. Δηλαδή, το κατά πόσον τα εκατομμύρια των επισκεπτών συμβάλλουν στην ανάπτυξη και άλλων κλάδων της ελληνικής οικονομίας και κυρίως της γεωργίας. Και όλα δείχνουν ότι σήμερα, στη λογική της μείωσης του κόστους, οι συνέργειες είναι πολύ λιγότερες απ' ό,τι θα μπορούσαν.
Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τον ρόλο του τουρισμού στη σύγχρονη οικονομία. Αυτό που είναι κρίσιμο όμως -όχι μόνο για το παρόν, αλλά και για το μέλλον- είναι οι συνθήκες και το περιβάλλον που ισχύουν στη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Και εκεί ακριβώς έρχεται η πολιτεία να σχεδιάσει και να εφαρμόσει πολιτικές οι οποίες θα αντιμετωπίζουν προβλήματα, αλλά και να ενισχύσει δράσεις οι οποίες θα διαχέουν τα οφέλη σε όλη την οικονομία και, το κυριότερο, θα θέτει τις βάσεις για το μέλλον. Επίσης, να εκπονήσει εναλλακτικά σχέδια που θα αντιμετωπίζουν τυχόν ανεπιθύμητες καταστάσεις. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι στην αριθμητική δεν υπάρχει μόνο η πρόσθεση, αλλά και η αφαίρεση.
Σε αυτές τις αβέβαιες εποχές για την παγκόσμια οικονομία κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο κάποια χρονιά, αντί να μετράμε τους επιπλέον τουρίστες, να υπολογίζουμε αυτούς που χάθηκαν.
Πλέον οι περισσότεροι αντιμετωπίζουν τον τουρισμό ως την «ατμομηχανή της οικονομίας». Κάποιοι, μάλιστα, προχωρούν ένα βήμα παραπέρα και τον παραλληλίζουν με την οικοδομή στην οποία στηρίχθηκε η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας για τουλάχιστον πέντε δεκαετίες.
Τα τελευταία χρόνια, η κοινή γνώμη επικεντρώνεται στο πόσα εκατομμύρια τουριστών έρχονται στην Ελλάδα και ευτυχώς ο αριθμός τους χρόνο με τον χρόνο αυξάνεται. Πίσω από την ικανοποίηση, όμως, που προσφέρει η εικόνα των εκατομμυρίων ξένων που επισκέπτονται τη χώρα, υπάρχουν ορισμένα κρίσιμα προβλήματα στα οποία, αν δεν βρεθεί σύντομα λύση, τότε και αυτή η οικονομική δραστηριότητα θα αποδειχθεί τόσο ευάλωτη όσο και η οικοδομή.
Το πρώτο ερώτημα αφορά την κατά κεφαλή τουριστική δαπάνη. Και αυτή χρόνο με τον χρόνο μειώνεται. Πολλοί αναλυτές συνδέουν τη μείωση αυτή με την κρίση. Από την άλλη πλευρά, όμως, ο κίνδυνος η ελληνική τουριστική αγορά να μετατραπεί σε αγορά χαμηλού κόστους είναι πλέον υπαρκτός.
Το δεύτερο ερώτημα αφορά την εξάρτηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος από τις πολυεθνικές του τουρισμού. Το να εξαρτάται ένας τόσο σημαντικός κλάδος της οικονομίας από μια χούφτα πολυεθνικούς πράκτορες μπορεί να αποδειχθεί καταστροφικό στην περίπτωση που αυτοί κρίνουν ότι τα κέρδη τους από τη συγκεκριμένη αγορά δεν είναι αυτά που έχουν σχεδιάσει.
Το τρίτο ερώτημα είναι σε άμεση συνάρτηση με το προηγούμενο και αφορά την προοπτική αφελληνισμού της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας. Είναι γνωστό, πλέον, σε όλους ότι εκατοντάδες επιχειρήσεις του κλάδου είναι υπερχρεωμένες και ως εκ τούτου ευάλωτες στις τράπεζες.
Το πιο κρίσιμο ερώτημα, όμως, αφορά τη σύνδεση του τουριστικού προϊόντος με την υπόλοιπη οικονομία. Δηλαδή, το κατά πόσον τα εκατομμύρια των επισκεπτών συμβάλλουν στην ανάπτυξη και άλλων κλάδων της ελληνικής οικονομίας και κυρίως της γεωργίας. Και όλα δείχνουν ότι σήμερα, στη λογική της μείωσης του κόστους, οι συνέργειες είναι πολύ λιγότερες απ' ό,τι θα μπορούσαν.
Κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τον ρόλο του τουρισμού στη σύγχρονη οικονομία. Αυτό που είναι κρίσιμο όμως -όχι μόνο για το παρόν, αλλά και για το μέλλον- είναι οι συνθήκες και το περιβάλλον που ισχύουν στη συγκεκριμένη δραστηριότητα. Και εκεί ακριβώς έρχεται η πολιτεία να σχεδιάσει και να εφαρμόσει πολιτικές οι οποίες θα αντιμετωπίζουν προβλήματα, αλλά και να ενισχύσει δράσεις οι οποίες θα διαχέουν τα οφέλη σε όλη την οικονομία και, το κυριότερο, θα θέτει τις βάσεις για το μέλλον. Επίσης, να εκπονήσει εναλλακτικά σχέδια που θα αντιμετωπίζουν τυχόν ανεπιθύμητες καταστάσεις. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι στην αριθμητική δεν υπάρχει μόνο η πρόσθεση, αλλά και η αφαίρεση.
Σε αυτές τις αβέβαιες εποχές για την παγκόσμια οικονομία κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο κάποια χρονιά, αντί να μετράμε τους επιπλέον τουρίστες, να υπολογίζουμε αυτούς που χάθηκαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου