Του Γιάννη Σιώτου
Η τουριστική βιομηχανία αυτή τη στιγμή είναι ο πλέον δυναμικός τομέας της ελληνικής οικονομίας. Οι διθύραμβοι για τα ρεκόρ των τουριστών, όμως, δεν μπορούν να διασκεδάσουν τον προβληματισμό που προκαλεί η διαπίστωση ότι η αύξηση του βαθμού εξάρτησης της χώρας από τα εκατομμύρια των επισκεπτών - τουριστών. Η αλήθεια είναι, ότι με τους σημερινούς όρους που έχουν επιβληθεί στον ελληνικό τουρισμό, οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια στην ακόμα μεγαλύτερη εξάρτηση από τα καπρίτσια εκείνων που επηρεάζουν τις τουριστικές ροές: των πολυθενικών του τουρισμού, αλλά και των κυβερνήσεων των χωρών από τις οποίες προέρχεται ο μεγαλύτερος όγκος των τουριστών. Για να κατανοήσει κανείς τις επιπτώσεις, δεν έχει παρά να σκεφτεί ότι οι μεν πολυεθνικές του τουρισμού έχουν πλέον τη δυνατότητα να καθορίσουν -και ενίοτε να επιβάλουν- τους οικονομικούς όρους, ενώ οι κυβερνήσεις σίγουρα μπορούν να επηρεάσουν τις ροές. Για παράδειγμα, μία ταξιδιωτική οδηγία μπορεί να εξελιχθεί σε τουρνικιέ για τον ελληνικό τουρισμό.
Για όσους ζουν σε περιοχές που η οικονομία τους επηρεάζεται από την τουριστική δραστηριότητα, οι επισημάνσεις αυτές είναι πλέον μια πραγματικότητα. Για παράδειγμα, στις περισσότερες περιοχές τα τοπικά προϊόντα έχουν ένα πολύ μικρό μερίδιο αγοράς στις τοπικές αγορές, ενώ δεν είναι λίγες αυτές όπου τα τοπικά αγροτικά προϊόντα καταλήγουν να αποκλείονται από μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες που φιλοξενούν χιλιάδες τουρίστες κάθε τουριστική σεζόν. Αποτέλεσμα; Στο όνομα του κόστους και της ελεύθερης αγοράς, η αγροτική δραστηριότητα ακόμα και σε περιοχές στις οποίες μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες εξασφάλιζαν σε μεγάλο ποσοστό τη διατροφική αυτάρκεια, βρίσκεται στο περιθώριο. Και φυσικά, σε απομόνωση βρίσκονται και δεκάδες άλλες δραστηριότητες, οι οποίες είτε έχουν εξαφανιστεί είτε τείνουν να χαθούν.
Για παράδειγμα, πριν από τριάντα χρόνια ένα μικρό χωριό της Τήνου ζούσε από την καθοπλεκτική, καθώς η παραγωγή όχι μόνο κάλυπτε τις ανάγκες του νησιού, αλλά ένα μεγάλο μέρος της έπαιρνε τον δρόμο για την αγορά της πρωτεύουσας. Σήμερα, το χωριό αυτό ζει από τις ταβέρνες που εξυπηρετούν τους επισκέπτες που βρίσκονται εκεί για να θαυμάσουν τους... βράχους. Και, φυσικά, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας μπορεί να ανακαλύψει ανάλογα παραδείγματα της συστηματικής εξόντωσης των τοπικών οικονομικών δραστηριοτήτων.
Και το ακόμα χειρότερο: τόσο οι τοπικές αρχές όσο και η κεντρική κυβέρνηση δεν κάνουν απολύτως τίποτα για να αντιμετωπίσουν την καταστροφή. Χωρίς σχέδιο, χωρίς πρόγραμμα, χωρίς διάθεση, στέκουν αδιάφοροι μπροστά σε αυτή τη διαδικασία «οικονομικού ευνουχισμού». Κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος που βιώνει την καθημερινότητα σε αυτές τις μικρές τοπικές οικονομίες νιώθει απογοήτευση κάθε φορά που ακούει για τις «εκστρατείες προώθησης του τοπικού τουρισμού», είτε από τον δήμο είτε από την Περιφέρεια, και οργή κάθε φορά που μαθαίνει για ακόμα έναν αγρότη που εγκαταλείπει το χωράφι για να ανοίξει περίπτερο στην πόλη. Το δίχως άλλο, αυτή η άνευ όρων και χωρίς σχεδιασμό ταϊλανδοποίηση της χώρας πιστοποιείται και από τα στοιχεία που αφορούν την τουριστική δαπάνη. Η μείωση της μέσης κατά κεφαλή τουριστικής δαπάνης είναι η αδιάψευστη απόδειξη για την επερχόμενη ταϊλανδοποίηση της οικονομίας.
Η τουριστική βιομηχανία αυτή τη στιγμή είναι ο πλέον δυναμικός τομέας της ελληνικής οικονομίας. Οι διθύραμβοι για τα ρεκόρ των τουριστών, όμως, δεν μπορούν να διασκεδάσουν τον προβληματισμό που προκαλεί η διαπίστωση ότι η αύξηση του βαθμού εξάρτησης της χώρας από τα εκατομμύρια των επισκεπτών - τουριστών. Η αλήθεια είναι, ότι με τους σημερινούς όρους που έχουν επιβληθεί στον ελληνικό τουρισμό, οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια στην ακόμα μεγαλύτερη εξάρτηση από τα καπρίτσια εκείνων που επηρεάζουν τις τουριστικές ροές: των πολυθενικών του τουρισμού, αλλά και των κυβερνήσεων των χωρών από τις οποίες προέρχεται ο μεγαλύτερος όγκος των τουριστών. Για να κατανοήσει κανείς τις επιπτώσεις, δεν έχει παρά να σκεφτεί ότι οι μεν πολυεθνικές του τουρισμού έχουν πλέον τη δυνατότητα να καθορίσουν -και ενίοτε να επιβάλουν- τους οικονομικούς όρους, ενώ οι κυβερνήσεις σίγουρα μπορούν να επηρεάσουν τις ροές. Για παράδειγμα, μία ταξιδιωτική οδηγία μπορεί να εξελιχθεί σε τουρνικιέ για τον ελληνικό τουρισμό.
Για όσους ζουν σε περιοχές που η οικονομία τους επηρεάζεται από την τουριστική δραστηριότητα, οι επισημάνσεις αυτές είναι πλέον μια πραγματικότητα. Για παράδειγμα, στις περισσότερες περιοχές τα τοπικά προϊόντα έχουν ένα πολύ μικρό μερίδιο αγοράς στις τοπικές αγορές, ενώ δεν είναι λίγες αυτές όπου τα τοπικά αγροτικά προϊόντα καταλήγουν να αποκλείονται από μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες που φιλοξενούν χιλιάδες τουρίστες κάθε τουριστική σεζόν. Αποτέλεσμα; Στο όνομα του κόστους και της ελεύθερης αγοράς, η αγροτική δραστηριότητα ακόμα και σε περιοχές στις οποίες μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες εξασφάλιζαν σε μεγάλο ποσοστό τη διατροφική αυτάρκεια, βρίσκεται στο περιθώριο. Και φυσικά, σε απομόνωση βρίσκονται και δεκάδες άλλες δραστηριότητες, οι οποίες είτε έχουν εξαφανιστεί είτε τείνουν να χαθούν.
Για παράδειγμα, πριν από τριάντα χρόνια ένα μικρό χωριό της Τήνου ζούσε από την καθοπλεκτική, καθώς η παραγωγή όχι μόνο κάλυπτε τις ανάγκες του νησιού, αλλά ένα μεγάλο μέρος της έπαιρνε τον δρόμο για την αγορά της πρωτεύουσας. Σήμερα, το χωριό αυτό ζει από τις ταβέρνες που εξυπηρετούν τους επισκέπτες που βρίσκονται εκεί για να θαυμάσουν τους... βράχους. Και, φυσικά, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας μπορεί να ανακαλύψει ανάλογα παραδείγματα της συστηματικής εξόντωσης των τοπικών οικονομικών δραστηριοτήτων.
Και το ακόμα χειρότερο: τόσο οι τοπικές αρχές όσο και η κεντρική κυβέρνηση δεν κάνουν απολύτως τίποτα για να αντιμετωπίσουν την καταστροφή. Χωρίς σχέδιο, χωρίς πρόγραμμα, χωρίς διάθεση, στέκουν αδιάφοροι μπροστά σε αυτή τη διαδικασία «οικονομικού ευνουχισμού». Κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος που βιώνει την καθημερινότητα σε αυτές τις μικρές τοπικές οικονομίες νιώθει απογοήτευση κάθε φορά που ακούει για τις «εκστρατείες προώθησης του τοπικού τουρισμού», είτε από τον δήμο είτε από την Περιφέρεια, και οργή κάθε φορά που μαθαίνει για ακόμα έναν αγρότη που εγκαταλείπει το χωράφι για να ανοίξει περίπτερο στην πόλη. Το δίχως άλλο, αυτή η άνευ όρων και χωρίς σχεδιασμό ταϊλανδοποίηση της χώρας πιστοποιείται και από τα στοιχεία που αφορούν την τουριστική δαπάνη. Η μείωση της μέσης κατά κεφαλή τουριστικής δαπάνης είναι η αδιάψευστη απόδειξη για την επερχόμενη ταϊλανδοποίηση της οικονομίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου