Αναπαραγωγή, αποδράσεις, αξιοθέατα, εκδρομές, σε διάφορα μέρη της Ελλάδας με βάση δημοσιεύσεις από τα μ.μ.ε.

Νεμέα

Η Νεμέα του Ιντιάνα Μίλερ

Ο «Ιντιάνα Μίλερ» δεν έχει σχέση με τον Σπίλμπεργκ ούτε με τον Χάρισον Φορντ, που ερμήνευσε εκείνο τον γοητευτικό καθηγητή Αρχαιολογίας, τον Ιντιάνα Τζόουνς, στην ομώνυμη κινηματογραφική ταινία.
Ο Στέφανος Μίλερ είναι ένας φιλήσυχος και καλοσυνάτος καθηγητής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Μπέρκλεϊ, γέννημα-θρέμμα του Goshen της Ιντιάνα των ΗΠΑ, που έζησε 38 ολόκληρα χρόνια τη δική του περιπέτεια στη χώρα μας για την αποκάλυψη των μνημείων ενός πανελλήνιου αρχαίου ιερού και την αναστήλωση ενός μεγάλου ναού. Του Νεμείου Διός που δεν ήταν κεραυνοβόλος και ερωτύλος, αλλά ευγενικός και πράος, προστάτης των ποιμένων και των ποιμνίων τους. Χάρη στους αγώνες του πράου και ευγενικού αυτού αρχαιολόγου βλέπουμε τα τελευταία χρόνια τον μεγαλοπρεπή αυτό ναό αναστηλωμένο στη Νεμέα.
Αντιμέτωπος με «δαίμονες»
Η ζωή του εδώ δεν ήταν στρωμένη με ρόδα. Για να προσφέρει στον τόπο μας ένα υποδειγματικό πάρκο φυτεμένο με λουλούδια στον δρόμο για τις αρχαιότητες που ο ίδιος αποκάλυψε, όπως και ένα μουσείο χτισμένο με τα ίδια του τα χέρια, έπρεπε να μπει σε πολλούς λάκκους με φίδια και ν' αντιμετωπίσει τέρατα με «δύο πόδια που μερικές φορές νόμιζα πως είχαν κέρατα με ουρά», όπως σημειώνει ο ίδιος στο βιβλίο του με τίτλο «Ο Ιντιάνα Μίλερ και ο ναός του Νεμείου Διός».
Οι αναμνήσεις του από την πρώτη μέρα που ήρθε στην Ελλάδα μέχρι τη συνταξιοδότησή του και την παράδοση της Νεμέας στη διάδοχό του είναι πραγματικά αποκαλυπτικές. Αναφέρει επωνύμως όλους όσοι τον βοήθησαν, από τον πρύτανη του Μπέρκλεϊ, Albert Η. Bowker, που το 1971 ενέκρινε την έναρξη των εργασιών στη Νεμέα προσφέροντας 60.000 δολ. για την αγορά των χωραφιών που σήμερα αποτελούν τον περιφραγμένο αρχαιολογικό χώρο, ιδιοκτησίας του ελληνικού κράτους, ώς τον τελευταίο αρχαιοφύλακα του χώρου, τους εργάτες των ανασκαφών που είναι σήμερα οι καλύτεροι φίλοι του. Οι άνθρωποι αυτοί μοιράστηκαν μαζί του πολύτιμες αναμνήσεις μετέχοντας στα έργα χωρίς καν να ρωτήσουν ποια θα είναι η αμοιβή τους.
Στο βιβλίο του δεν παραλείπει να αναφερθεί και σε εκείνους που τον πλήγωσαν, επιλέγοντας όμως να αφήσει στη λήθη τα ονόματά τους. Σημειώνει μόνο την ιδιότητά τους, όπως ενός γεν. γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού στην πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1982 που του είπε: «Κύριε Μίλερ, δεν θα σας κρύψω ότι ο πρώτος σκοπός μας όταν ήρθαμε στην εξουσία ήταν να σας διώξουμε από την Ελλάδα (σ.σ. εννοούσε όλες τις ξένες αρχαιολογικές σχολές και την αμερικανική που εκπροσωπούσε τότε ο Μίλερ ως διευθυντής της). Τώρα, έχουμε μάθει, δυστυχώς, ότι σας έχουμε ανάγκη. Αλλά μόνο προς το παρόν. Μπορεί να είστε εδώ για άλλα πέντε χρόνια, αλλά δεν θα είστε σε δέκα χρόνια από τώρα».
Θυμάται και τη Μελίνα Μερκούρη που ως υπουργός Πολιτισμού κάλεσε μια βραδιά όλους τους διευθυντές των ξένων αρχαιολογικών σχολών στο σπίτι της. Τότε ο κ. Μίλερ ζητούσε μία ακόμη άδεια ανασκαφής -πέρα από τις νομοθετικά κατοχυρωμένες ήδη από το 1932: της Αθηναϊκής Αγοράς και της αρχαίας Κορίνθου - για τη Νεμέα που είχε ξεκινήσει να ερευνά από το 1974 και είχε ανακαλύψει (1978) τη θολωτή είσοδο του σταδίου, βάζοντας και τη Νεμέα στον χάρτη των δημοφιλών τουριστικών προορισμών.
Εκείνη τη βραδιά η Μελίνα, «γερμένη στον καναπέ και παίζοντας με τις χάντρες του κολιέ της», του είπε: «Λοιπόν, κύριε Μίλερ, αν σας δώσω την άδεια, τι θα μου δώσετε; Τον Κούρο της Νέας Υόρκης;». Δύο χρόνια αργότερα, η ίδια θα τον στήριζε ανεπιφύλακτα εγκαινιάζοντας μαζί με τον Ανδρέα Παπανδρέου το Μουσείο της Νεμέας (1984).
Ξένος στην πατρίδα
Σήμερα δεν θέλει να θυμάται τις πικρές μέρες, όπως μας είπε ο ίδιος λίγο πριν «πετάξει» για την Καλιφόρνια όπου μεταβαίνει κάθε χρόνο τέτοιο καιρό για να συναντήσει συγγενείς και φίλους και να κάνει ένα πέρασμα από το πανεπιστήμιο. Το πρόβλημά του τώρα είναι ότι δεν έχει άμεση πρόσβαση στο αρχείο που ο ίδιος δημιούργησε για τη Νεμέα στο Μπέρκλεϊ. Δεν έχει όπως παλιά «κλειδί» και χρειάζεται άδεια για να μελετήσει το υλικό, όπως λέει με παράπονο. Αισθάνεται βαθύτατα ξένος στην ίδια του την πατρίδα. Αλλά και εδώ η διάδοχός του, μετά τη συνταξιοδότησή του από το πανεπιστήμιο, δεν του προσφέρει ούτε τη θέση του επιστάτη. Δεν του επιτρέπει ούτε μία ξενάγηση των Αμερικανών φοιτητών στον ανασκαμμένο από τον ίδιο αρχαιολογικό χώρο.
Ετσι, δεν του μένει παρά να βλέπει από το παράθυρό του την κοιλάδα της Νεμέας και να σκαλίζει τον κήπο του. Επιστημονικά ασχολείται με τη δημοσίευση των ανασκαφών του στη Νεμέα. Αυτόν τον καιρό γράφει τον τέταρτο τόμο που αφορά το ιερό του Οφέλτη (6ος-3ος αι. π.Χ.), του μικρού γιου του βασιλιά Λυκούργου, που πέθανε από δάγκωμα φιδιού και προς τιμήν του διοργανώνονταν οι γυμνικοί και ιππικοί αγώνες, τα Νέμεα (που αναβιώνουν με πρωτοβουλία του Μίλερ τα τελευταία χρόνια).*
Αγώνας για την αναστήλωση
Μετά την ανέγερση του Μουσείου της Νεμέας, άνοιξε ένα άλλο μέτωπο για τον Ιντιάνα Μίλερ. Κι αυτό ήταν η αναστήλωση του ναού, που κείτονταν στο έδαφος με εξαίρεση τρεις κίονες που είχαν αναστηλωθεί (1924-1926) από τον Αναστάσιο Ορλάνδο.
Πρώτος που του μίλησε για την ανάγκη αναστήλωσης του ναού ήταν ο γενικός επιθεωρητής αρχαιοτήτων, καθηγητής Νικόλαος Γιαλούρης. Είχε πάει μια μέρα να δει το φρεσκοανασκαμμένο στάδιο με τον Ιωάννη Τραυλό. Φεύγοντας του είπε: «Ο Γιάννης κι εγώ θέλαμε να σε ρωτήσουμε -γιατί δεν αναστηλώνεις το ναό του Νεμείου Διός;». «Μόνο αυτό μού έλειπε, σκέφτηκα. Πού θα βρω το τεράστιο ποσό που χρειάζεται για να αναστηλώσω ένα ναό;».
Η εξεύρεση των χρημάτων ήταν πάντα ένας παράλληλος αγώνας που στήριζαν πολλοί Αμερικανοί και λίγοι Ελληνοαμερικανοί. Ανάμεσά τους ο Νίκος Πετρής, γερουσιαστής από το Οκλαν, ο οποίος τον παρότρυνε να πάει στην ελληνοαμερικανική κοινότητα και να τους πει ότι χρειάζεται λεφτά να αναστηλώσει ένα ναό, όχι του Νεμείου Διός.
«Δεν ήμουν σίγουρος ότι μια τέτοια απατηλή παράλειψη θα έπειθε πως αναστηλώναμε μια χριστιανική εκκλησία και όχι έναν ειδωλολατρικό ναό». Ο Πετρής όμως ήταν αποφασισμένος. Ετσι, ο κ. Μίλερ πέρασε ατέλειωτα βράδια σε υπόγεια εκκλησιών, αίθουσες ομιλιών και φιλανθρωπικά δείπνα για να συγκεντρώσει χρήματα. Η δυσκολία για την αναστήλωση τελικά δεν ήταν αυτή, αλλά ο αγώνας του για την άδεια από την αρχαιολογική υπηρεσία. Τρία χρόνια πάλευε «και ήμουν κακομαθημένος, από τη Σπαθάρη (έφορος αρχαιοτήτων της περιοχής) που με παρακινούσε να προχωρήσω καλύπτοντας τις γραφειοκρατικές μου αδυναμίες. Οι εποχές είχαν αλλάξει. Είχε έρθει μια νέα γενιά. Ενας καφές με τον Τζεδάκη δεν αρκούσε πια για να ξεπεράσει τα ζητήματα. Ισως ήταν καιρός να αποσυρθώ», σκέφθηκε. Η αναστήλωση έξι επιπλέον κιόνων ολοκληρώθηκε ύστερα από πολλές περιπέτειες που δεν θέλει πια να θυμάται.
Τον Αύγουστο του 2005, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, σε αναγνώριση της προσφοράς του, του πρόσφερε την ελληνική υπηκοότητα. Ο ίδιος τώρα αναρωτιέται πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα αν είχε γίνει Ελληνας 30 χρόνια νωρίτερα.