Αναπαραγωγή, αποδράσεις, αξιοθέατα, εκδρομές, σε διάφορα μέρη της Ελλάδας με βάση δημοσιεύσεις από τα μ.μ.ε.

Σπάρτη, Μυστράς, Ταύγετος

Η βυζαντινή γοητεία του Μυστρά και ο επιβλητικός Ταΰγετος. Δημοσίευση

Η περιοχή του Ταΰγετου (στο ύψος της Σπάρτης) είναι, χωρίς υπερβολή, παράδεισος για τους λάτρεις της πεζοπορίας, αρχάριους και έμπειρους, καθώς, έχει γίνει καλή δουλειά από τον τοπικό ορειβατικό σύλλογο Σπάρτης στη διατήρηση, ανάδειξη και σηματοδότηση μονοπατιών της περιοχής

Όσοι θεωρούν βαρετούς τους αρχαιολογικούς χώρους εύκολα θα αλλάξουν γνώμη αν επισκεφθούν τον Μυστρά την άνοιξη. Εντυπωσιακά βυζαντινά κάστρα, εκκλησίες και παλάτια, επιβλητικές χιονοσκέπαστες κορυφογραμμές του Ταΰγετου και του Πάρνωνα, ο λακωνικός κάμπος με τις πορτοκαλιές και τις ελιές και η εγγύτητα της θάλασσας συνθέτουν ένα ανοιξιάτικο σκηνικό που θα γοήτευε ακόμη και τους πιο απαιτητικούς.

Η αρχική ονομασία του ήταν Λόφος του Μυζηθρά. Περιλαμβάνει 20 παρεκκλήσια και ερείπια 2.000 σπιτιών (το 1953 μετακινήθηκαν τα τελευταία 166 άτομα). Εδώ στέφθηκε, το 1448, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Πρόκειται για ένα σπάνιο σύνολο από μνημεία φράγκικα, βυζαντινά και οθωμανικά.

Τη στρατηγική σημασία του αναγνώρισαν πρώτοι οι Φράγκοι και το 1249 ο Γουλιέλμος Β’ Βιλεαρδουίνος έχτισε στην κορυφή του κάστρο ώστε να εδραιώσει την εξουσία του στην ανατολική Πελοπόννησο. Δεκατρία χρόνια αργότερα παραδόθηκε στους Βυζαντινούς. Από τα μέσα του 14ου αιώνα ο Μυστράς υπήρξε πρωτεύουσα του Δεσποτάτου του Μορέως. Το 1460 παραδόθηκε στους Τούρκους. Ο Μυστράς μπορεί να χωριστεί σε τρία πολεοδομικά επίπεδα: το οχυρωμένο κάστρο στην κορυφή, την Πάνω και την Κάτω Χώρα.

Κοντά στον Μυστρά μπορεί κάποιος να επισκεφθεί τα ορεινά χωριουδάκια του Ταΰγετου. Το σημαντικότερο, η Αναβρυτή, προσεγγίζεται από έναν δρόμο με «αεροπλανική θέα» στην κοιλάδα του Ευρώτα. Στο καφενείο - μπακάλικο - ταβέρνα της πλατείας βρίσκεις φρεσκομαγειρεμένο φαγητό και το πικάντικο χοιρινό σύγλινο με πορτοκάλι και άλλα μυρωδικά και χυλοπίτες. Η Κουμουστά είναι ένα μοναδικό, ερειπωμένο μεσαιωνικό χωριό που αρχίζει σιγά - σιγά να ξαναζεί με τις αναστηλώσεις σπιτιών. Είναι γεμάτο λιθόκτιστα καλντερίμια που ανηφορίζουν περνώντας ανάμεσα σε πέτρινα σπίτια, μαρμάρινες βρύσες και βυζαντινά εκκλησάκια.

Η περιοχή του Ταΰγετου (στο ύψος της Σπάρτης) είναι, χωρίς υπερβολή, παράδεισος για τους λάτρεις της πεζοπορίας, αρχάριους και έμπειρους, καθώς, έχει γίνει καλή δουλειά από τον τοπικό ορειβατικό σύλλογο Σπάρτης στη διατήρηση, ανάδειξη και σηματοδότηση μονοπατιών της περιοχής. Ένα εύκολο, αλλά πανέμορφο μονοπάτι ενώνει τον παραδοσιακό οικισμό της Κουμουστάς με τη Μονή Γόλας (επισκέψιμη και με αυτοκίνητο), μέσα από το καταπράσινο φαράγγι της Λαρνακιάς, με πέτρινα γεφυράκια, ρυάκια, μικρούς καταρράκτες. Ένα μεγαλύτερο (περίπου τέσσερις ώρες) συνδέει το ορειβατικό καταφύγιο του Ταΰγετου (προσβάσιμο και με αυτοκίνητο, με καταπληκτική θέα στον Λακωνικό κόλπο) και την Αναβρυτή και περνάει μέσα από δάση Ελάτων και Μαυρόπευκων. Ορισμένα αιωνόβια είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακά σε μέγεθος.

Οι πιο δυνατοί πεζοπόροι μπορούν να συνεχίσουν από το καταφύγιο για τον προφήτη Ηλία, την κορυφή του Ταΰγετου, την ψηλότερη της Πελοποννήσου. Οι δε έμπειροι ορειβάτες μπορούν να διασχίσουν, σε δύο μέρες, το κεντρικό τμήμα της κορυφογραμμής του Ταΰγετου (από την Αναβρυτή στο καταφύγιο, από μονοπάτι πάνω από τα 2.000 μέτρα), τον περιβόητο Πενταδάκτυλο με τις κορυφές Σιδηρόκαστρο, Σπανακάκι, Νεραϊδοβούνι, Γούπατα, Αθάνατη Ράχη, Προφήτης Ηλίας. Ο Ταΰγετος είναι ένα από τα πιο επιβλητικά (έχει μήκος 115 χιλιομέτρων) και ταυτόχρονα κομψά βουνά της Ελλάδας, καθώς έχει αέρινες - ανάλαφρες κορυφές και κυκλώνεται από θάλασσα.

Φεστιβάλ Αθηνών και Πειραιάς

Την άγνωστη ιστορία μιας γεωγραφίας σημείων και τόπων και την ανάδειξή τους μέσα από σύγχρονες μαρτυρίες επιχειρεί φέτος το Φεστιβάλ Αθηνών με σειρά δράσεων σε Αθήνα και Πειραιά και υπό τον τίτλο “Άνοιγμα στην Πόλη”.
Αυτόνομο φεστιβάλ.
Για τη δυνατότητα ενός “αυτόνομου φεστιβάλ” μίλησε κατά την χθεσινή ξενάγηση στους χώρους του μεγάλου λιμανιού ο καλλιτεχνικός διευθυντής Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος με την “έντονη εμπλοκή των πολιτών” και ο Νίκος Διαμαντής του Δημοτικού Θεάτρου έκανε λόγο για δράσεις “με δημιουργία μέλλοντος”, χωρίς να παραλείψει να θίξει “τον παραδειγματικό τρόπο λειτουργίας των δύο φορέων”.
Το βίωμα της συμμετοχής
Σκηνοθέτες, ηθοποιοί, χορευτές, εικαστικοί, ιστορικοί, μουσικοί και περφόρμερς μαζί με κατοίκους θα έρθουν σε επαφή με διαφορετικές δομές και ομάδες της πόλης, έτσι ώστε να ενισχυθούν το βίωμα της συμμετοχής αλλά και η πρόσβαση ευαίσθητων κοινωνικά ομάδων στο καλλιτεχνικό γεγονός. Από το Σάββατο 3 Ιουνίου και για όλον τον μήνα θα πραγματοποιηθούν παραστάσεις σε απρόβλεπτες περιοχές και μέρη, όπως η Πλαζ Βοτσαλάκια, το Πάρκο Δηλαβέρη, η Πλατεία Καστέλλας, τα Μανιάτικα, η Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη Περάματος, το Εργοστάσιο Λιπασμάτων της Δραπετσώνας, τα Προσφυγικά της Νίκαιας, αλλά και το Δημοτικό Θέατρο, καθώς επίσης σπίτια και ταβέρνες σε πειραιώτικες γειτονιές. Τίτλος των δράσεων “Πειραιάς - Γεφυρώνοντας τις διαφορετικότητες”.

Ακαδημία Πλάτωνα

..."ανάδειξης του σημαντικού αρχαιολογικού χώρου της Ακαδημίας Πλάτωνος, που πραγματικά μπορεί να αποτελέσει έναν τουριστικό πόλο έλξης στην Αθήνα και δυστυχώς παραμένει στα αζήτητα εδώ και πολλά χρόνια ... υπάρχουν ευρήματα εξαιρετικής σημασίας που δεν τα επισκέπτεται ο κόσμος γιατί δεν υπάρχει ένα σχέδιο αξιοποίησης».
Πάνος Σκουρλέτης 15.5.2017

Ιστορικό Κέντρο, αναβίωση

Στην Αθήνα έχουμε ένα ιστορικό κέντρο. Η «παλιά πόλη», το αμερικανικό down town, το ιταλικό centro storico• παντού τα ιστορικά κέντρα είναι οι πλέον ελκυστικοί προορισμοί του αστικού τουρισμού.
Παρίσι πρώτο, Λονδίνο δεύτερο, Ρώμη τρίτη, Βερολίνο πέμπτο, Μόσχα έκτη, Αθήνα εικοστή τέταρτη ως προς την ελκυστικότητα. Τι μας λείπει και δεν είμαστε ψηλότερα, παρ’ ότι έχουμε τον Παρθενώνα; Όχι τα ξενοδοχεία, ούτε τα καζίνο. Λείπουν οι νεοκλασικές συνοικίες που καταστρέψαμε, τα μουσεία και οι δομές πολιτισμού που δεν φτιάξαμε, τα πάρκα, η ποιότητα του δημόσιου χώρου. Οι περισσότεροι έρχονται για την Ακρόπολη, όχι για την Αθήνα.
Λένε: Μία πόλη δεν μπορεί να ζει για τον τουρισμό, μόνο από τον τουρισμό. Δεν μπορεί να ζει μέσα σε μνημεία και να μην αναπτύσσεται. Πρέπει να έχει επενδύσεις. Βεβαίως, έτσι είναι. Καμία από τις παραπάνω πόλεις, το Παρίσι, η Ρώμη, το Λονδίνο, η Βαρκελώνη, δεν υποφέρουν απ’ αυτό. Αντιθέτως! Οι πόλεις αυτές αναπτύσσονται μέσα στο ιστορικό τους περιβάλλον, ο τουρισμός δεν είναι ο μοναδικός μοχλός της οικονομίας τους. Αλλά οι ιστορικές συνοικίες δεν αγγίζονται.
Ό,τι σώθηκε από το ιστορικό κέντρο και τους αρχαιολογικούς χώρους της Αθήνας, ό,τι φέρνει σήμερα τουρισμό το χρωστάμε στην αρχαιολογική υπηρεσία. Αυτή εμπόδισε την επέλαση της αντιπαροχής στο βάθος της παλιάς πόλης, τη δόμηση στους λόφους της Πνύκας, του Φιλοπάππου, στο Ολυμπείο. Οι αρχαιολόγοι ανέδειξαν μετά τον πόλεμο τις μεγάλες ενότητες αρχαίων και πρασίνου, ό,τι αργότερα αποτέλεσε τους ενοποιημένους αρχαιολογικούς χώρους της Αθήνας.
Ας φανταστούμε να είχαν επιτρέψει τότε τις «επενδύσεις»: Οι ταβέρνες θα βρίσκονταν στα Προπύλαια, οι πολυκατοικίες μεσοτοιχία με το Ηρώδειο. Να το θυμόμαστε όταν τους οικτίρουμε για την επιμονή να σώζουν μνημεία και αρχαιότητες.

Φάληρο, Πλανητάριο, Φλοίσβος, ξένη δημοσίευση

Από τον Φλοίσβο στο Φαληρικό Δέλτα, το Πλανητάριο καιτο Κέντρο Πολιτισμού-Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Ρεπορτάζ Πρώτο Θέμα.Ελένη Φωτίου, 06/05/201707:40
«Δώσε καμιά ιδέα για το Φάληρο με παιδιά», της είπα. «Κάτι ιδιαίτερο, ψαγμένο». Κι άρχισε να μου αραδιάζει έναν κατάλογο ζαχαροπλαστείων με όλες τις σπεσιαλιτέ τους, που σκέφτηκα ότι τελικά δεν υπάρχει τίποτα πιο ωραίο να τριγυρνάς στις γειτονιές του Παλαιού Φαλήρου παρέα με μια Πολίτισσα.

Οι Πολίτες, οι Έλληνες δηλαδή της Κωνσταντινούπολης (που είχαν εξαιρεθεί από την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923, όπως και οι Έλληνες της Ίμβρου και της Τενέδου) αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων του Παλαιού Φαλήρου. Εποίκισαν την περιοχή, που ήταν άλλωστε η μοναδική -αστική από τότε- γειτονιά της ευρύτερης περιοχής των Αθηνών που έμοιαζε (και μοιάζει) σαν τις όχθες του Βοσπόρου και της Θάλασσας του Μαρμαρά, το 1955, όταν έφυγαν κακήν κακώς από την Πόλη την αποφράδα νύχτα των Σεπτεμβριανών. Σε αυτούς προστέθηκαν κι άλλοι, περίπου μια δεκαετία αργότερα, με τις απελάσεις του 1964 κι άλλοι το 1974, καθώς τα πράγματα είχαν χειροτερέψει εξαιτίας του Κυπριακού.